Γιώργος Θαλάσσης
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για αξιολόγηση, χωρίς φόβο και πάθος, αν και για το πάθος δεν είμαι τόσο σίγουρος.
Ξέρετε ότι σε μερικά ιδιωτικά σχολεία, για να γίνει πρόσληψη εκπαιδευτικού πρέπει να προηγηθεί επιτυχής δοκιμαστική διδασκαλία ενώπιον επιτροπής;
Υπήρχε κάποιος εκπαιδευτικός που εκτιμούσα και σεβόμουν πολύ. Ήταν πολύ αναγνωρισμένη η αξία του στο σχολείο που δίδασκε και ήταν στην επιτροπή προσλήψεων και παρακολουθούσε τις δοκιμαστικές διδασκαλίες. Την τελευταία φορά που μίλησα μαζί του ήταν πολύ εκνευρισμένος, λόγω της διδασκαλίας υποψήφιας καθηγήτριας που παρακολούθησε. «Ήταν τόσο άσχετη, μου είπε, που πήρε την κιμωλία και άρχισε να γράφει στον πίνακα, αντί να βάλει ένα παιδί να γράφει. Δεν ήξερε κάτι τόσο απλό, ότι μια καθηγήτρια δεν γράφει η ίδια στον πίνακα, γιατί από κάτω τα αγόρια θα σχολιάζουν τα οπίσθιά της». Δεν είπε ακριβώς «οπίσθια», άλλη λέξη χρησιμοποίησε, αλλά θα μου συγχωρήσετε την έλλειψη ακριβολογίας.
Θα αφήσω ασχολίαστη την απόρριψη της υποψήφιας καθηγήτριας, επειδή απευθύνομαι σε νοήμον κοινό κι ελπίζω επιπλέον να καταλάβατε, γιατί αυτή ήταν η τελευταία φορά που συνομίλησα με εκείνον τον εκπαιδευτικό. Ποιος εγγυάται ότι τα κριτήρια του αξιολογητή δεν εμφορούνται από σεξισμό ή μισαλλοδοξία; Άλλωστε κι εγώ έχω επιδείξει μισαλλοδοξία και δεν κάλεσα σε συνέντευξη υποψήφια/ο εκπαιδευτικό για πρόσληψη, αν στην αίτησή είχε επισυνάψει και συστατική επιστολή από βουλευτή η μητροπολίτη.
Αντικειμενικά κριτήρια δεν υπάρχουν, ας το παραδεχτούμε.
Επίσης ας παραδεχτούμε πως όλοι/ες οι εκπαιδευτικοί δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο τελειότητας, ούτε αποδίδουν το ίδιο καλά σε όλη τη διάρκεια της διδακτικής τους καριέρας. Και επίσης ξέρω πόσο πολύ μερικοί γονείς δεν εμπιστεύονται εκπαιδευτικούς πολύ νεαρής ή μεγάλης ηλικίας. Είναι βέβαιοι πως οι πολύ νέοι δεν έχουν γνώσεις, εμπειρία και κύρος, ενώ οι μεγάλοι δεν έχουν κατανόηση για τα παιδιά και έχουν ξεπερασμένες ιδέες.
Ας παρακάμψουμε όμως προς το παρόν μαζί με τις σεξιστικές και ηλικιακές προκαταλήψεις και όλες τις άλλες που καθορίζονται από την ομοφοβία, την εμφάνιση, την αρτιμέλεια, την προφορά και ό,τι άλλο βάλει ο νους του ανθρώπου. Και ας αναρωτηθούμε για δυο πράγματα. Πόσοι είπαν να μπουν οι κάμερες μέσα στην τάξη, για να δούμε τι μάθημα κάνουν οι εκπαιδευτικοί, ενώ κανείς δεν είπε να μπουν κάμερες στα αστυνομικά τμήματα, όχι για να αναμεταδίδουν, δεν είμαστε όλοι λάτρεις της κλειδαρότρυπας, αλλά μόνο, για να καταγράφουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που γίνονται εκεί μέσα.
Κι επίσης να αναρωτηθούμε γιατί οι άνθρωποι δεν απαιτούν να γίνει αξιολόγηση των νοσοκομειακών γιατρών και των γιατρών του ΕΣΥ; Επειδή είναι τέλειοι και είμαστε όλοι πολύ ευχαριστημένοι; Θα απαντήσω αμέσως.
Γιατί οι γιατροί, παρά τις ενδεχόμενες οικονομικές και εργασιακές αδικίες που τους γίνονται, είναι ηθικά και και κοινωνικά καταξιωμένοι και αντιμετωπίζονται με εκτίμηση και σεβασμό από όλους.
Και για τους αστυνομικούς ο υπουργός προστασίας του πολίτη είπε ότι περπατούν στο δρόμο και ο κόσμος τους χειροκροτεί. Δεν είπε κάτι ανάλογο για τους εκπαιδευτικούς η υπουργός παιδείας. Πώς να το πει; Οι εκπαιδευτικοί είναι ένας κλάδος απαξιωμένος οικονομικά, εργασιακά και κυρίως κοινωνικά. Ακούσαμε και διαβάσαμε από πολιτικά και δημοσιογραφικά στόματα για τους άχρηστους και τεμπέληδες εκπαιδευτικούς που μόνο διεκδικούν αμοιβές και δικαιώματα. Αυτή η απαξίωση οδηγεί στην απαίτηση για αξιολόγηση, να ξεχωρίσουμε τα πρόβατα από τα ερίφια και να τα κατασπαράξουμε. Γιατί όλοι οι Έλληνες ξέρουν την αληθινή ιστορία, όχι αυτή που λένε οι ιστορικοί, γιατί οι στρατιωτικοί ξέρουν καλύτερα τη γραμματική από τους δασκάλους και τους φιλόλογους, γιατί οι πολιτικοί μηχανικοί που έχουν βγάλει Πολυτεχνείο ξέρουν καλύτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία από τους εκπαιδευτικούς που έχουν βγάλει ένα απλό πανεπιστήμιο. Γιατί δικηγόροι, γιατροί και καπετάνιοι ξέρουν καλύτερα παιδαγωγικά. Γιατί το πανεπιστήμιο της ζωής είναι αυτό που δίνει τα καλύτερα διπλώματα σε όλες τις ειδικότητες των εκπαιδευτικών.
Πώς θα αξιολογηθούν άνθρωποι τόσο πολύ απαξιωμένοι; Άνθρωποι που δεν τους επιτρέπεται να αναπτύξουν καμιά πρωτοβουλία; Που ολόκληρη η δουλειά τους πρέπει να κινείται σε πλαίσια πολύ αυστηρά προκαθορισμένα από το υπουργείο. Ποια κεφάλαια του βιβλίου θα διδάξουν αναλυτικά, ποια περιληπτικά, ποιες σελίδες ή ποιες παραγράφους απαγορεύεται να διδάξουν και όλα αυτά να αλλάζουν σε κάθε ανασχηματισμό της κυβέρνησης ή μετά από εκλογές. Και πρέπει να ανησυχούν μόνιμα μήπως γράψουν στο βιβλίο της ύλης απαγορευμένες σελίδες, μήπως βάλουν ερώτηση σε τεστ από τις απαγορευμένες, μήπως βάλουν εργασία από τα κεφάλαια που πρέπει να διδάξουν περιληπτικά. Και δεν πρέπει να βάζουν ασκήσεις που δεν είναι στο βιβλίο, να μην κάνουν «άσχετες» ερωτήσεις και οι ερωτήσεις κρίσεως να είναι μόνο εθνοπατριωτικού χαρακτήρα. Οι καλοί εκπαιδευτικοί πρέπει να διδάσκουν πως κανένας λαός δεν αγάπησε την ελευθερία όσο οι Έλληνες, κανένας λαός δεν ύμνησε την αγάπη προς την πατρίδα όσο οι Έλληνες, καμιά γλώσσα δεν είναι τόσο πλούσια, τόσο πλήρης, τόσο ωραία όσο η Ελληνική, που μπορεί να εκφράσει νοήματα και αισθήματα που καμιά άλλη γλώσσα δεν μπορεί. Και πρέπει ο καλός εκπαιδευτικός να λέει μπράβο και να βάζει καλό βαθμό στο παιδί που διάβασε μέσα στην τάξη το απόκομμα της εφημερίδας που του έδωσε ο μπαμπάς του και που λέει για την ελληνική γλώσσα και την Microsoft.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως για να βγάλουμε θέματα προαγωγικών εξετάσεων σε όλα τα φιλολογικά μαθήματα έπρεπε να καθόμαστε όλοι μαζί που διδάσκαμε το μάθημα με ανοιχτές τις οδηγίες του υπουργείου. Πόσες σειρές να είναι το κείμενο, τι να ρωτάει η πρώτη ερώτηση, τι η δεύτερη, πόσα υποσκέλη έχουν η τρίτη και η τέταρτη και τι ρωτάει το καθένα και πόσες μονάδες παίρνει στη βαθμολογία. Και να αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να ρωτάμε τα παιδιά τόσες πολλές και τόσο μεγάλες μπούρδες, που υποτίθεται ότι τις είχαμε κιόλας διδάξει. Και αυτές τις οδηγίες του υπουργείου δεν άξιζε τον κόπο να τις μάθουμε απέξω, αφού θα άλλαζαν σύντομα έτσι κι αλλιώς.
Αυτό το άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα ποιος θα το αξιολογήσει και πότε; Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα που καταδικάζει τους εκπαιδευτικούς σε θάνατο από ασφυξία ποιος θα το αποτιμήσει;
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλη την κοινωνία ότι διαχρονικά το υπουργείο παιδείας, οι υπηρεσίες του και τα συμβούλιά του αποβλέπουν μόνο στο να στερήσουν από τους εκπαιδευτικούς κάθε πρωτοβουλία, κάθε δυνατότητα, για να αποφασίζουν και για τα πιο απλά ζητήματα λειτουργικής, παιδαγωγικής και διδακτικής φύσης για ένα πολύ απλό λόγο. Το υπουργείο παιδείας και σύσσωμη η ελληνική κοινωνία δεν εμπιστεύεται για τίποτε τους εκπαιδευτικούς. Τους απομυζά, απαιτεί θυσίες, που ποτέ δεν είναι αρκετές, τους απαξιώνει και τους απορρίπτει.
Και όχι, το επαναλαμβάνω, δεν είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί το ίδιο καλοί. Υπάρχουν λιγότερο καλοί και περισσότερο καλοί. Ας παρακάμψουμε προς το παρόν το πώς και από ποιον θα αξιολογηθούν. Ας υποθέσουμε ότι γίνεται μια πολύ δίκαιη και σωστή αξιολόγηση και αναδεικνύονται οι πολύ καλοί. Τους άλλους τι θα τους κάνουμε; Είναι ευκαιρία να τους απολύσουμε τώρα που έχουμε κυβέρνηση Μητσοτάκη ή θα τους στείλουμε σε καμιά απομακρυσμένη επαρχία, σε καμιά υποβαθμισμένη συνοικία, γιατί τα παιδιά αυτών των περιοχών έχουν λιγότερες απαιτήσεις και λιγότερα δικαιώματα; Η μήπως θα τους στερήσουμε μισθολογικό κλιμάκιο και έτσι θα ωφεληθούν οι μαθητές τους από αυτήν την ταπείνωση;
Νομίζω ότι καταλήγουμε σε αδιέξοδο. Αλλά μπορούμε να βγούμε από αυτό το αδιέξοδο. Πρέπει να ακολουθήσουμε άλλη πορεία και άλλη σειρά σκέψεων. Κι ερωτώ αυτούς τους γίγαντες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας που κατακρίνουν τους εκπαιδευτικούς τόσο επαίσχυντα μήπως θεωρούν ότι οι νέες και οι νέοι των 18 ετών που μελετούν, για να μπουν στις πανεπιστημιακές σχολές, για να γίνουν εκπαιδευτικοί και πάρα πολλοί/ές κάνουν και μεταπτυχιακές σπουδές και μαθαίνουν ξένες γλώσσες φιλοδοξούν να κάνουν μια τεμπέλικη δουλειά, κακά αμειβόμενη; Στόχος τους είναι να συγκεντρώσουν στο πρόσωπό τους όλη την απαξίωση της κοινωνίας;
Όχι, είναι παιδιά με κέφι, με μεράκι, με ζωντάνια, με όρεξη για δουλειά που θέλουν να προσφέρουν τις γνώσεις τους στις επερχόμενες γενιές. Αλλά ξεκινάνε στραβά. Εκπαιδευτικοί γίνονται οι κοινωνικά και οικονομικά παρακατιανοί. Τα παιδιά των εύπορων και ταξικά ανώτερων οικογενειών δεν γίνονται εκπαιδευτικοί. Νομίζετε ποτέ πως κάποιος γόνος των οικογενειών Σαμαρά, Μητσοτάκη, Κεραμέως θα γινόταν εκπαιδευτικός; Ή μήπως δεν θα γινόταν εκπαιδευτικός για να μη γίνει τεμπέλης και άχρηστος; Αυτοί θα γίνονταν δικηγόροι, οικονομολόγοι, γιατροί, αρχιτέκτονες, ειδικότητες που τους ταιριάζουν. Προσωπικά δίδασκα επί 31 χρόνια σε μεγάλο ιδιωτικό Σχολείο. Από τα τέσσερα μέλη της οικογένειας που διοικούν το σχολείο αυτό κανείς δεν είναι εκπαιδευτικός, κανείς τους ποτέ δεν μπήκε σε τάξη. Κανείς τους δεν επέλεξε να γίνει δάσκαλος φιλόλογος ή μαθηματικός και να μπει σε τάξη. Όχι, τα οικονομικά και η διοίκηση επιχειρήσεων είναι αυτά που τους ταιριάζουν καλύτερα. Αλλά την παιδαγωγική επιστήμη θεωρούν ότι την κατέχουν καλύτερα από όλους τους εκπαιδευτικούς.
Οι εκπαιδευτικοί ξεκινούν την καριέρα τους με το στίγμα της κακομοιριάς και επομένως ό,τι τους δοθεί πολύ τους είναι. Και βεβαίως αντιμετωπίζονται με έλλειψη εμπιστοσύνης και επιφυλακτικότητα, που τους καταδικάζει σε αυτοπεριορισμό και αυτολογοκρισία, σε μόνιμη αβεβαιότητα και αμφισβήτηση που τους οδηγεί σε επιστημονικό μαρασμό και στασιμότητα.
Αυτά είναι που πρέπει να αλλάξουν. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπαίνουν στα σχολεία νέοι και όχι μετά από χρόνια ταλαιπωρίας, ΑΣΕΠ, αναπλήρωσης, φροντιστηρίων και ιδιαιτέρων μαθημάτων και όλα τα είδη ταπείνωσης και μαρασμού της προσωπικότητάς τους και της επιστημονικής τους κατάρτισης.
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να προσλαμβάνονται χωρίς ταλαιπωρίες, όσο διατηρούν το κέφι τους για δουλειά και προσφορά. Και το υπουργείο και το σχολείο πρέπει συνεχώς να τους ενδυναμώνουν αφήνοντάς τους πολλά περιθώρια πρωτοβουλίας. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μπορούν να ενημερώνονται σε νέες επιστημονικές θεωρίες της ειδικότητάς τους και της παιδαγωγικής και να μπορούν να τις εφαρμόσουν στη διδασκαλία τους και στη δουλειά τους. Ο σύλλογος των εκπαιδευτικών πρέπει να μπορεί να αποφασίζει για τη λειτουργία του σχολείου και την καθημερινότητά του. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το αν θα γίνει αγιασμός στην έναρξη της σχολικής χρονιάς και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει αν θα κάνει γιορτή για τους Τρεις Ιεράρχες και όχι το υπουργείο. Ο σύλλογος των διδασκόντων πρέπει να αποφασίζει για το πρόγραμμα των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων, χωρίς να το στέλνει στις υπηρεσίες του υπουργείου για έγκριση.
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αισθάνονται ότι έχουν λόγο και δεν ανήκουν στο περιθώριο της εκπαίδευσης και του σχολείου. Πρέπει να συνδιοικούν και να συναποφασίζουν σε κοινές και τακτικές συνεδριάσεις που θα προβλέπονται από το διδακτικό τους πρόγραμμα. Και πρέπει το κλίμα του σχολείου να είναι τέτοιο, ώστε οι εκπαιδευτικοί συνεχώς να γίνονται καλύτεροι, συνεχώς να βελτιώνονται. Και αυτή η βελτίωση και προσφορά να αναγνωρίζονται και να επιδοκιμάζονται με κάθε τρόπο.
Θα φέρω ένα παράδειγμα. Κάποτε μου τηλεφώνησε μητέρα μαθητή πολύ δυσαρεστημένη. Πριν μία βδομάδα είχε στείλει σημείωμα σε έναν καθηγητή του γιου της και τον παρακαλούσε να της τηλεφωνήσει, για να μιλήσουν για ένα σοβαρό θέμα του παιδιού. Ο καθηγητής πήρε το σημείωμα, αλλά δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα της μητέρας. Κάλεσα τον ?καθηγητή και τον ρώτησα τι συμβαίνει και μου είπε ότι εκείνη την εποχή είχε πολλά τεστ να διορθώσει και ότι, όταν θα τα τέλειωνε σε λίγες ημέρες, θα τηλεφωνούσε στη μητέρα. Την επόμενη ημέρα στην τακτή συνεδρίαση έθεσα στους εκπαιδευτικούς το ερώτημα: Αν μας ζητήσει μια μητέρα να της τηλεφωνήσουμε, πότε πρέπει να κάνουμε το τηλεφώνημα; Όσοι και όσες μίλησαν είπαν πως το τηλεφώνημα πρέπει να γίνει στο πρώτο διάλειμμα κι αν αυτό είναι αδύνατο, πρέπει οπωσδήποτε να γίνει στο δεύτερο. Όλοι ήταν κατηγορηματικοί σε αυτό. Δεν αναφέρθηκα στο συμβάν, δεν εξέθεσα τον καθηγητή που παρευρισκόταν στη συνεδρίαση. Η αξιολόγηση όμως έγινε ταχύτατα με πλάγιο τρόπο από τους άλλους συναδέλφους και πολύ αποτελεσματικά. Μετά από λίγο μου τηλεφώνησε η μητέρα και μου είπε ότι της τηλεφώνησε ο καθηγητής και της ζήτησε συγγνώμη για την καθυστέρηση και το θέμα είχε λήξει. Και πράγματι είχε λήξει για πάντα. Μετά με βρήκε ο καθηγητής και ζήτησε κι από μένα συγγνώμη και μου είπε πως δεν είχε καταλάβει πόσο λάθος είχε χειριστεί το θέμα.
Το σχολείο είναι ένας χώρος μέσα στον οποίο οφείλουμε όλες και όλοι να γινόμαστε καλύτερες/οι. Παιδιά, εκπαιδευτικοί, διευθυντές/τριες πρέπει να μαθαίνουμε και να βελτιωνόμαστε, να προοδεύουμε χωρίς εμμονή σε ιδέες και γνώσεις που μπορεί πλέον να είναι ξεπερασμένες.
Κάποτε σε συζήτηση που είχα με υποψήφια για πρόσληψη φιλόλογο ρώτησα πώς θα δίδασκε το μάθημα των αρχαίων Ελληνικών. Μου είπε ότι θα διάβαζαν μια παράγραφο, θα ζητούσε από τα παιδιά να κάνουν χωρισμό και αναγνώριση προτάσεων, μετά πλήρη συντακτική και γραμματική αναγνώριση και κατόπιν μετάφραση. Ρώτησα γιατί επέλεγε αυτόν τον τρόπο και μου είπε γιατί κι εκείνη έτσι έμαθε αρχαία Ελληνικά. Την ρώτησα αν και τα Αγγλικά που διδάσκονται τα παιδιά πρέπει να τα διδάσκονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά δεν μπόρεσε να μου απαντήσει. Όμως αυτή η καθηγήτρια αν βρισκόταν σε ένα περιβάλλον που δεν θεωρεί τα θέματα της παιδείας ως θέσφατα, σε περιβάλλον που έχει μάθει να θέτει ερωτήματα, σε περιβάλλον που συνεχώς διαβάζει και ανανεώνεται είμαι βέβαιος πως θα μπορούσε να δώσει άλλες απαντήσεις.
Κανείς και καμιά μας δεν είναι τόσο καλός/ή που να μη μπορεί να γίνει καλύτερος/η. Και σε αυτό πρέπει να βοηθάει το σχολικό περιβάλλον με την ανάλογη ενίσχυση από το υπουργείο. Ενίσχυση οικονομική για συμμετοχή σε επιστημονικά συνέδρια, για συνδιοργάνωση με άλλα σχολεία της περιοχής επιστημονικών και παιδαγωγικών συνεδρίων στα οποία οι εκπαιδευτικοί θα ενθαρρύνονται να συμμετέχουν ως ομιλήτριες,ές. Ενίσχυση οικονομική για τη δημιουργία σχολικής βιβλιοθήκης με βιβλία υψηλού επιστημονικού επιπέδου, για χρήση από τους εκπαιδευτικούς, οικονομική ενίσχυση για συνδρομή σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού, καθορισμένη ώρα στο διδακτικό ωράριο, στην οποία οι εκπαιδευτικοί μιας ειδικότητας θα συζητούν τα θέματά τους, θα θέτουν στόχους και θα αλληλοενημερώνονται. Και ακόμη οι εκπαιδευτικοί των ξένων γλωσσών να έχουν διδακτική ώρα στο τέλος του σχολικού προγράμματος, για να διδάσκουν ξένες γλώσσες σε όσες/ους συναδέλφους τους επιθυμούν.
Με λίγα λόγια δηλαδή, ας σταματήσουμε να μιλάμε για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και να αρχίσουμε να μιλάμε για την αξιοποίηση τους μέσα σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης που θα αφήνει πολλά περιθώρια για ανάπτυξη πρωτοβουλιών. Και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να συνδιοικούν το σχολείο και να συναποφασίζουν για ζωτικά θέματα και όχι απλώς να συνυπογράφουν μνημεία της γραφειοκρατίας. Και ας αρχίσουμε με επαναπροσδιορισμό των ρόλων και των προσόντων των διευθυντών των σχολικών μονάδων και των προϊσταμένων των εκπαιδευτικών περιφερειών, που έχουν καταλήξει ιερείς της γραφειοκρατίας.
Πηγή : https://giorgosthalassis.com/