Υποκρίνομαι σημαίνει στα αρχαία ελληνικά «αποκρίνομαι», «απαντώ». Επομένως, υποκρίνομαι πάνω στη θεατρική σκηνή (εξ ου και υποκριτής), σημαίνει παίρνω μέρος σε διάλογο · υποδύομαι, παίζω, παριστάνω ένα πρόσωπο, ένα ρόλο.
Σήμερα όμως, έχει κυρίως μεταφορική σημασία : σημαίνει ότι προσποιούμαι, υποκρίνομαι.
Αν η ευφυΐα λοιπόν, είναι η ανώτερη αρετή της επιβίωσης, η υποκριτική είναι η ανώτερη τέχνη της συμβίωσης.
Με την ευφυΐα υποτάσσουμε τα στοιχεία της φύσης και τα “άγρια θηρία” γύρω μας.
Με την υποκριτική διαχειριζόμαστε τους ρόλους μας στη θεατρική σκηνή της… καθημερινότητας : εναλλάσσουμε τα προσωπεία μας με τη χαρά της πρώτης έκπληξης και κρύβουμε τις συσπάσεις του προσώπου και τις συστολές των άσκοπων εκφράσεων, φθείροντας την εσωτερική επιφάνειά των προσωπείων με την υγρασία των δακρυγόνων πόρων του. Υποκρινόμαστε σαν τους υποκριτές της αρχαίας τραγωδίας, είτε για να κρύψουμε τη δυστυχία μας πίσω από προσωπεία, είτε για να βρούμε τη θέση και το ρόλο μας ανάμεσα σε άλλες μάσκες και ψιμύθια…
Και άλλοτε «αποκρινόμαστε» και ανταποκρινόμαστε με ειλικρίνεια, κι άλλοτε προσποιούμαστε και υποκρινόμαστε με περισσή σαφήνεια…
Πίνακας : Rene Magritte