Η Μ. είναι μια καλή μαθήτρια. Στην ερώτηση ποιο είναι το αντώνυμο του “αμερόληπτος” σηκώνει το χέρι της και απαντά : “μερόληπτος !”. Όλη η τάξη ξεσπά σε ένα αβίαστο γέλιο. Η πρώτη που γελά είναι η Μ. που καταλαβαίνει αμέσως το λάθος της και το διορθώνει. Είναι άλλη μια μοναδική στιγμή της ταξης, άλλη μια μοναδική στιγμή σχολικής εμπειρίας. Μακριά από τον εκχυδαϊσμό της τηλεοπτικής μετάδοσης, μακριά από την κοινή θέα, μακριά από την κριτική στην Μ. από άσχετους, χωρίς το αδιάκριτο βλέμμα και αυτί όσων δεν ανήκουν στην εκπαιδευτική κοινότητα. Κυρίως, λογω της αθωότητας του αστείου , του πειράγματος που γεννήθηκε αυθόρμητα στην τάξη και θα παραμείνει εκεί για πάντα. Στη μνήμη των παιδιών και στις καρδιές τους. Θα είναι-μεταξυ άλλων- ένα ακόμη “μαργαριτάρι” του ανεκτίμητου και μυστικού θησαυρού των σχολικών τους αναμνήσεων, παρόμοιο με τον μοναδικό θησαυρό των άλλων, των προηγούμενων και των επόμενων.Αυτόν τον αυθορμητισμό, αυτή την ανεμελιά, αυτή την αθωότητα θέλουν να στειρώσουν οι πέρα ως πέρα απαράδεκτες προτάσεις περί “ζωντανής” μετάδοσης του μαθήματος από την τάξη. Οι εμπνευστές τους είναι άσχετοι και ανερυθρίαστα κυνικοί. Δεν μπορούν να αγγίξουν ούτε την ψυχοσύνθεση των παιδιών, αλλά ούτε και να κατανοήσουν τις επιπτώσεις στον παιδαγωγικό ρόλο του σχολείου. Το πρώτο ίσως έχει να κάνει με την προσωπική τους “αποστείρωση”, το δεύτερο όμως, τους καθιστά επικίνδυνους…