Τετάρτη, 30 Νοεμβρίου
Ο ωφελιμισμός είναι η ηθική φιλοσοφική θεωρία που πρεσβεύει ότι μια πράξη ή ένας κανόνας είναι κάτι ηθικά επιτρεπτό εάν συνεισφέρει στην αθροιστική μεγιστοποίηση της ανθρώπινης ευτυχίας ή ευδαιμονίας (σλόγκαν: η μέγιστη δυνατή ευτυχία του μέγιστου δυνατού αριθμού ανθρώπων – όμως προσοχή: ο ωφελιμισμός δεν αποσκοπεί σε αυτό που ονομάζουμε κοινό καλό αλλά στο άθροισμα των ατομικών καλών).
Ο ωφελιμισμός μάς λέει επίσης ότι, έξω από τη σφαίρα της ωφελιμιστικής αξιολόγησης, μια πράξη ή ένας κανόνας δεν έχει κανένα ηθικό πρόσημο, ότι είναι κάτι ηθικά αδιάφορο.
Επιπλέον, ο ωφελιμισμός δεν αναγνωρίζει απόλυτες υπερηθικές αξίες, όπως την αξία του ανθρώπου ή την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής.
Το μόνο θετικό που αναγνωρίζει ο ωφελιμισμός στον άνθρωπο είναι ότι επιδιώκει τη μεγιστοποίηση της ευτυχίας του και ότι αυτή μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά, ώστε το άθροισμα των ευτυχιών να αποτυπώνεται και σαν μέσος όρος ευτυχίας κατ’ άτομο. Συνεπώς η αθροιστική μεγιστοποίηση της ευτυχίας σημαίνει και τη μεγιστοποίηση της μέσης ευτυχίας κατ’ άτομο και την εξίσωση των ατομικών ευτυχιών.
Πολλοί θεωρούν τον ωφελιμισμό ως τη μοναδική ορθή ή τουλάχιστον ως μια σημαντική ηθική θεμελίωση της λεγόμενης κοινωνικής δικαιοσύνης, καθώς η μεγιστοποίηση της ευτυχίας του μέγιστου αριθμού ανθρώπων θα μπορούσε από μια άποψη να ταυτιστεί με το κοινό καλό.
Ας εξετάσουμε την ακόλουθη περίπτωση: Σε κάθε κοινωνία υπάρχουν άνθρωποι που μόνο και μόνο με τη φυσική τους ύπαρξη εμποδίζουν άλλους ανθρώπους να επιτύχουν τους σκοπούς τους. Όμως, τουλάχιστον σήμερα, οι ισχύοντες νομικοί κανόνες απαγορεύουν την απομάκρυνσή τους με κάθε τρόπο, κυρίως με τον τρόπο της φυσικής τους εξόντωσης – κάτι που σε αρκετές περιπτώσεις διαφαίνεται ως η μόνη λύση για την υπέρβαση του προβλήματος. Έτσι, σε κάθε κοινωνία, ανθεί υπό την σκέπη της παρανομίας ένα επάγγελμα που εξειδικεύεται στην απομάκρυνση τέτοιων εμποδίων, κατόπιν αμοιβής φυσικά, η οποία είναι αρκετά υψηλή καθώς ο επαγγελματίας παίρνει και το ρίσκο της ποινικής δίωξης με ό,τι συνεπάγεται αυτή.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ο νόμος επιτρέπει την κατά παραγγελία απομάκρυνση αυτών των ανθρώπων, σύμφωνα με κανόνες, θεσπίζοντας ταρίφες, έλεγχο και, φυσικά, φορολογώντας τις αμοιβές. Αυτό θα είχε μια διπλή ευεργετική επίδραση: πρώτον οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούσαν πλέον να επιτύχουν τους στόχους τους, κάτι που από μόνο του θα αύξανε την προσωπική τους και θα συνέβαλε, έστω και οριακά, στην αθροιστική μεγιστοποίηση της ευτυχίας. Δεύτερον, οι εισπραττόμενοι φόροι θα βοηθούσαν το κράτος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες, π.χ. στον τομέα της υγείας, κάτι που θα είχε ακόμα μεγαλύτερη επίδραση στην αθροιστική αύξηση της ευτυχίας, καθώς οι φόροι θα ήταν αρκετά υψηλοί αλλά και οι αμοιβές θα συμπεριλαμβάνονταν στο ΑΕΠ, το οποίο θα αύξανε επίσης κατά ένα βαθμό βοηθώντας την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, κάτι που θα είχε επιπλέον ευεργετικές συνέπειες για την οικονομία και θα συνέβαλε ως πολλαπλασιαστής στην αθροιστική αύξηση τη ευτυχίας.
Οπότε, από ωφελιμιστική σκοπιά, η θεσμοθέτηση μιας ελεγχόμενης από το νόμο και υπαγόμενης σε αυστηρούς κανόνες συντεχνίας επαγγελματιών «απομακρυντών ανθρώπινων εμποδίων» θα ήταν κάτι απόλυτα ηθικά επιτρεπτό και, ανάλογα με την επιμέρους ωφελιμιστική σχολή, ίσως να ήταν και ηθικά δέον.
Βέβαια τα εμπόδια μπορεί να είναι και «συλλογικά άτομα», όπως π.χ. χώρες ή «αυτοί» ή «οι λίγοι»…
Πηγή : https://booksjournal.gr/