Τα συστήματα της σεξουαλικής αναπαραγωγής εξελίσσονται, γεγονός που επιταχύνει τη διαδικασία της εξέλιξης.[1]
900 εκατ.
Χoανόσωμα Τα Χοανοσώματα, που εξελίχτηκαν εκείνη την περίοδο, ίσως είναι οι πρόγονοι όλου του ζωικούβασιλείου της Γης, και συγκεκριμένα είναι άμεσοι πρόγονοι των Σπόγγων[2]. Τα Πρωτεροσπόγγια (μέλη των Χοανοσωμάτων) είναι πιθανότατα το καλύτερο έμβιο παράδειγμα σήμερα, για την εμφάνιση που είχε ο κοινός πρόγονος όλων των ζώων. Ζουν σε αποικίες, και παρουσιάζουν μία πρωτόγονη κυτταρική εξειδίκευση σε ορισμένες λειτουργίες.
600 εκατ.
Πιστεύεται πως τα πρώτα πολυκύτταρα ζώα ήταν οι θαλάσσιοι Σπόγγοι. Οι Σπόγγοι (Porifera) είναι η παλαιότερη φυλογενετικά ζωική συνομοταξία που υπάρχει και σήμερα.
580 εκατ.
Η κίνηση όλων των ζώων πιθανόν να ξεκίνησε από τα Κνιδόζωα. Σχεδόν όλα τα Κνιδόζωα έχουν νεύρα και μύες και, επειδή είναι ο πιο απλοϊκός οργανισμός που τα έχει, οι άμεσοι πρόγονοι τους πιθανότατα να συνδύασαν τα νεύρα και τους μύες για την κίνηση τους. Τα Κνιδόζωα είναι επίσης τα πρώτα ζώα το σώμα των οποίων έχει συγκεκριμένη μορφή και σχήμα. Έχουν ακτινική συμμετρία. Τα πρώτα μάτια εξελίχτηκαν εκείνη την εποχή.
Ο Aμφίοξος, που εξακολουθεί να ζει ακόμα και σήμερα, διατηρεί αρκετά χαρακτηριστικά των πρωτόγονων χορδωτών. Μοιάζει αρκετά με την Pikaia.
Κωνόδοντο Τα κωνόδοντα είναι γνωστό απολίθωμα χορδωτών. Έχουν σχήμα παρόμοιο με αυτό του χελιού, και χαρακτηρίζονται από τα μεγάλα τους μάτια, τα πτερύγια και τους μύες τους. Συχνά αποκαλούνται και Κωνοδοντοφόρα.
Πλακόδερμο Τα Πλακόδερμα ήταν προϊστορικά ψάρια. Αποτελούσαν τα πρώτα ψάρια με γνάθο, η οποία εξελίχθηκε από το πρώτα βραγχιακά τόξα (first gill arches).[5] Το κεφάλι τους και η γύρω περιοχή ήταν καλυμμένες από ενισχυμένες αρθρωτές πλάκες για προστασία, ενώ το υπόλοιπο σώμα ήταν γυμνό.
ΠανδεριχθύςΨάρια όπως τα Σαρκοπτερύγια (Sarcopterygii) σταδιακά αναπτύσσουν πόδια και εξελίσσονται σε Τετράποδα. Τα πρώτα τετράποδα εξελίχτηκαν σε περιβάλλον με ρηχά και ελώδη γλυκά νερά. Ο Πανδεριχθύς (Panderichthys) με μήκος 90–130 cm ήταν ένα μακρύ ψάρι που έζησε κατά τη Ύστερη Δεβόνια (380 εκατομμύρια χρόνια πριν). Είχε μεγάλο κεφάλι, χαρακτηριστικό των τετράποδων. Ο Πανδεριχθύς παρουσίαζε μεταβατικά χαρακτηριστικά μεταξύ των ψαριών και των πρώιμων τετράποδων.
ΙχθυόστεγαΑκανθόστεγα (Acanthostega) ονομάζεται ένα αφανισμένο αμφίβιο, το οποίο υπήρξε μεταξύ των πρώτων ζώων που είχαν αναγνωρίστιμα άκρα. Θεωρείται ως ένα από τα πρώτα χορδωτά που ήταν ικανά να προχωρήσουν στην στεριά. Τα άκρα του δεν είχαν καρπούς, και γενικότερα ήταν φτωχά προσαρμοσμένα στη χερσαία ζωή, καθώς δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν το βάρος του. Επίσης οι Ακανθόστεγες είχαν συγχρόνως πνεύμονες και βράγχια, γεγονός που υποδεικνύει τη σχέση τους μεταξύ ψαριών και χερσαίων χορδωτών. Η Ιχθυόστεγα (Ichthyostega) ήταν ένα πρώιμο τετράποδο. Όντας ένα από τα πρώτα ζώα με πόδια, χέρια, και κόκαλα δακτύλων, η Ichthyostega θεωρείται ως υβρίδιο μεταξύ ψαριών και αμφίβιων. Αν και είχε άκρα δεν τα χρησιμοποιούσε για περπάτημα. Πιθανότατα σπαταλούσαν πολύ σύντομες περιόδους έξω από το νερό και χρησιμοποιούσαν τα πόδια τους για να ανακατέψουν και να προχωρήσουν με στη λάσπη.[6] Τα Αμφίβια ήταν τα πρώτα τετράποδα ζώα που ανέπτυξαν πνεύμονες, και πιθανότατα εξελίχτηκαν από το Χαϊνερπετό (Hynerpeton) 360 εκατομμύρια χρόνια πριν. Αμφίβια που ζουν ακόμα και σήμερα διατηρούν αρκετά χαρακτηριστικά των πρώιμων τετράποδων.
300 εκατ.
Υλονόμος Από τα αμφίβια εμφανίστηκαν τα πρώτα ερπετά: Ο Υλονόμος (Hylonomus) είναι το παλαιότερο γνωστό ερπετό. Έχει μήκος 20 cm (μαζί με την ουρά) και πιθανότατα θα ήταν όμοιος με μικρές σύγχρονες σαύρες. Είχε μικρά κοφτερά δόντια και πιθανότατα τρεφόταν με σαρανταποδαρούσες και άλλα έντομα. Αποτελεί πρόγονο των Αμνιωτών και άλλων θηλαστικοειδών ερπετών. Τα Αμνιωτά, ήταν ερπετά που μπορούσαν να αναπαραχθούν στη γη και να αφήσουν τα αυγά τους στη ξερή θάλασσα. Δεν γύρναγαν στη θάλασσα για αναπαραγωγή. Αυτή η προσαρμογή τους έδωσε τη δυνατότητα να κατοικήσουν στα υψίπεδα για πρώτη φορά. Τα ερπετά έχουν ανεπτυγμένο νευρικό σύστημα, συγκριτικά με τα αμφίβια. Έχουν δώδεκα ζεύγη κρανιακών νεύρων.
Φθινόσουχος (Θηριαψιδωτό) Λίγο μετά την εμφάνιση τους, τα ερπετά διαχωρίστηκαν σε δύο κλάδους. Η πρώτη ομάδα είναι τα Διαψιδωτά, από τα οποία κατάγονται τα σύγχρονα θηλαστικά. Η άλλη ομάδα είναι τα Συναψιδωτά. Τα πρώτα θηλαστικοειδή ερπετά ήταν οι πελυκόσαυροι. Αν και οι ίδιοι δεν κατανέμονται στα θηριαψιδωτά, πιστεύεται πως αποτελούν πρόγονο τους. Τα Θηριαψιδωτά ήταν άμεσοι πρόγονοι των θηλαστικών.
220 εκατ.
Μία υποομάδα των θηριαψιδωτών, τα Κυνοδόντια ανέπτυξαν περισσότερα θηλαστικοειδή χαρακτηριστικά. Τα σαγόνια των κυνοδόντιων αντιπροσωπεύουν περισσότερο τα σαγόνια των σύγχρονων θηλαστικών. Είναι πολύ πιθανόν αυτή η ομάδα να αποτέλεσε άμεσο πρόγονο όλων των σύγχρονων θηλαστικών.[7]
220 εκατ.
Ρεπενόμαμος Από τα Ευκυνοδόντια (κυνοδόντια) προήλθαν τα πρώτα θηλαστικά. Τα περισσότερα πρώιμα θηλαστικά ήταν μικρά ζώα, με μέγεθος όχι μεγαλύτερο από αυτό μιας μυγαλής. Τρεφόντουσαν με έντομα. Παρόλο που δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί βάσει των υπαρχόντων απολιθωμάτων, πιθανότατα αυτά τα ζώα είχαν σταθερή θερμοκρασία σώματος, καθώς και γαλακτικούς αδένες για τα μικρά τους.
125 εκατ.
Eomaia scansoria Η Eomaia scansoria, ένα ευθήριο θηλαστικό, αποτελεί πρόγονο των σύγχρονων πλακουντοφόρων θηλαστικών. Σύμφωνα με μελέτες σε γονιδιώματα ζώων, πιστεύεται πως τα θηλαστικά εκείνης της εποχής ήταν τα πρώτα που ανέπτυξαν γονίδια καθορισμού φύλου (XX και XY) και άνηκαν στην ομάδα των ευθήριων.
Carpolestes simpsoni Μία ομάδα μικρών, νυχτόβιων, δενδρόβιων, εντομοφάγων θηλαστικών, τα Ευάρχοντα, θα αποτελέσουν πρόγονο μεταξύ άλλων και των Πρωτευόντων. Ένα από τα πρώτα πρωτεύοντα είναι ο Πλησιαδάπης (Plesiadapis). Διάφορα ανατομικά χαρακτηριστικά του Πλησιαδάπη τον καθιστούσαν πιο ικανό στην επιβίωση στο έδαφος, αντί των δέντρων, συγκριτικά με τους προγόνους του, και αυτός ήταν ο λόγος που τρεφόταν μόνο από καρπούς και φύλα χαμηλών κλαδιών δέντρων. Τα Πλησιαδαπίμορφα πιθανότατα αποτελούνται από όλα τα είδη που αποτέλεσαν προγόνους όλων των σύγχρονων πρωτευόντων.[8]
40 εκατ.
Τα Πρωτεύοντα διαιρούνται στις υποτάξεις των Στρεψίρρινων (πρωτεύοντα με υγρή μύτη) και των Απλόρρινων (πρωτεύοντα με στεγνή μύτη). Οι Στρεψίρρινοι περιλαμβάνουν τις περισσότερες προσιμιίδες, σύγχρονα παραδείγματα των οποίων αποτελούν οι λεμούριοι και οι λορίς. Οι Απλόρρινοι αποτελούνται από τρεις σωζόμενες ομάδες: τους προσιμιίδεις τάρσιους, τις σιμιίδεις μαϊμούδες, και τους πιθήκους. Ένα από τα πρώτα μέλη των απλόρρινων ήταν η Teilhardina asiatica, ένα νυκτόβιο ζώο, μεγέθους ποντικού, με μικρά μάτια. Ο μεταβολισμός των απλόρρινων έχασε τη δυνατότητα να παράγει τη δική του Βιταμίνη C. Αυτό σημαίνει πως η διατροφή των προγόνων τους έπρεπε να περιλαμβάνει φρούτα, στα οποία υπήρχε άφθονη Βιταμίνη C.
30 εκατ.
Αιγυπτοπίθηκος Οι Απλόρρινοι διαιρούνται σε δύο ανθυποτάξεις, τους Πλατύρρινους και τους Κατάρρινους. Οι Πλατύρρινοι, ή μαϊμούδες του Νέου Κόσμου, είχαν συλληπτήριες ουρές και τα αρσενικά είχαν αχρωματοψία. Μετανάστευσαν στην Νότια Αμερική τυχαία, πιθανότατα πάνω σε απομεινάρια βλάστησης (φυσική σχεδία) που διέσχισε τον Ατλαντικό ωκεανό (περ. 4,500 χλμ), πριν ακόμα απομακρυνθούν αρκετά οι δύο ήπειροι. Οι Κατάρρινοι παρέμειναν στην Αφρική. Πρόγονος των κατάρρινων πιθανότατα ήταν ο Αιγυπτοπίθηκος (Aegyptopithecus).
25 εκατ.
Προκόνσουλ Οι Κατάρρινοι διαιρούνται σε 2 υπεροικογένειες, τα Κερκοπιθηκοειδή ή μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου και τους πιθήκους (Ανθρωποειδή). Η τριχρωματική ανθρώπινη όραση εμφανίζεται γενετικά για πρώτη φορά εκείνη την περίοδο. Το Προκόνσουλ (Proconsul) είναι ένα πρώιμο γένος καταρρίνων θηλαστικών. Παρουσίαζαν μία μίξη κερκοπιθηκοειδών και πιθηκοειδών χαρακτηριστικών. Τα μαϊμουδοειδή χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν το λεπτό οδοντικό σμάλτο, το στενό θώρακα και τα μικρά άκρα, καθώς και τη δενδρόβια τετράποδη ζωή τους. Τα πιθηκοειδή χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν την έλλειψη ουράς, τους αγκώνες, και τον μεγαλύτερο εγκέφαλο συγκριτικά με το μέγεθος του σώματος. Το Προκόνσουλ το αφρικανικό (Proconsul africanus) πιθανότατα υπήρξε πρόγονος τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων πιθήκων (όπως είναι και ο άνθρωπος).
Οι Ανθρωπίδες (Μεγάλοι Πίθηκοι) διαχωρίζονται από την εξελικτική πορεία των γιββώνων (Μικροί Πίθηκοι).
13 εκατ.
Οι Ανθρωπίναι διαχωρίζονται από τους προγόνους του ουρακοτάγκου.[9] Ο Pierolapithecus catalaunicus πιστεύεται πως υπήρξε ο τελευταίος κοινός πρόγονος των ανθρώπων και των άλλων Μεγάλων Πιθήκων (χιμπαντζήδες, γορίλες, ουρακοτάγκοι), ή τουλάχιστον ένα είδος το απολίθωμα του οποίου φέρει τα περισσότερα προγονικά κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ όλων των Μεγάλων Πιθήκων.
Σαχελάνθρωπος του Τσαντ Τα Ανθρώπινα διαχωρίζονται από την εξελικτική πορεία των χιμπαντζήδων. Ο τελευταίος κοινός πρόγονος μεταξύ τους έζησε την εποχή του Σαχελανθρώπου του Τσαντ (Sahelanthropus tchadensis), περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια πριν [2]. Ορισμένοι θεωρούν πως ο S. tchadensis ήταν ο τελευταίος κοινός πρόγονος ανθρώπων και χιμπαντζήδων, αλλά αυτό αμφισβητείται από την πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας. Πιθανότατα ο τελευταίος γνωστός ανθρώπινος πρόγονος που έζησε μετά τον διαχωρισμό ανθρώπων-χιμπαντζήδων ήταν ο Orrorin tugenensis (Κένυα, 6 εκατομμύρια χρόνια πριν). Οι άνθρωποι, όπως και οι χιμπαντζήδες, έχουν έναν λάρυγγα που μετακινείται τα πρώτα δύο χρόνια της ζωής του ατόμου, σε ένα σημείο μεταξύ του φάρυγγα και των πνευμόνων, γεγονός που χαρακτηρίζει επίσης τους κοινούς προγόνους των δύο ειδών. Αυτό το χαρακτηριστικό αποτέλεσε προάγγελο της ικανότητας ομιλίας.
4,4 εκατ.
Ο Αρδιπίθηκος είναι ένα πρώιμο γένος της ομάδας Ανθρωπίνοι (υποοικογένειας των Ανθρωπίνων). Δύο είδη του γένους είναι γνωστά: Ο A. ramidus, ο οποίος έζησε 4,4 εκατομμύρια χρόνια πριν[10] κατά την πρώιμη Πλειόκαινο, και ο A. kadabba, που έζησε περίπου 5,6 εκατομμύρια χρόνια πριν[11] (ύστερη Μειόκαινος). Ο A. ramidus είχε μικρό εγκέφαλο, όγκου μεταξύ 300 και 350 cm3. Αυτό είναι το μέγεθος του εγκεφάλου του σύγχρονου μπονόμπο και του θηλυκού κοινού χιμπαντζή, αλλά πολύ μικρότερο των αυστραλοπιθηκίνων όπως ήταν η Λούσι (~400 με 550 cm3) και σχεδόν το 1/5 του μεγέθους του εγκεφάλου του Homo sapiens . Ο Αρδιπίθηκος ήταν δενδρόβιο είδος, γεγονός που σημαίνει πως ζούσε κυρίως σε δάση και ανταγωνιζόταν άλλα ζώα του δάσους για τροφή, μεταξύ άλλων και των προγόνων των χιμπαντζήδων. Ο Αρδιπίθηκος ήταν πιθανότατα δίποδος, βάσει της μορφής που έχει η λεκάνη του, καθώς και τα γόνατα του, αν και παρ’όλα αυτά τα πόδια του ήταν κυρίως προσαρμοσμένα στην δενδρόβια αναρριχητική ζωή του, παρά στο να περπατάει μεγάλες αποστάσεις.
3,6 εκατ.
Ο Αυστραλοπίθηκος του Αφάρ (Australopithecus afarensis) άφησε ίχνη πάνω σε ηφαιστειακή στάχτη στην Κένυα, όμοια με αυτά των σύγχρονων ανθρώπων, γεγονός που επιβεβαιώνει πως οι Αυστραλοπίθηκοι υπήρξαν δίποδα είδη. Ο Australopithecus afarensis έζησε περίπου 3,9 με 2,9 εκατομμύρια χρόνια πριν. Πιστεύεται πως αποτελεί πρόγονο τόσο του γένους Αυστραλοπίθηκος όσο και του γένους Homo. Συγκριτικά με τους άλλους μεγάλους πιθήκους, ο A. afarensis είχε μικρότερους κυνόδοντες και γομφίους, ελάχιστα μεγαλύτερους από αυτούς των σύγχρονων ανθρώπων. Ο A. afarensis είχε επίσης σχετικά μικρό μέγεθος εγκεφάλου (~380–430 cm³) και πρόσωπο με προεξέχων σιαγόνα. Οι Αυστραλοπιθηκίνες έζησαν σε σαβάνες και πιθανότατα η διατροφή τους περιελάμβανε κρέας από θνησιμαία.
3,5 εκατ.
Ο Κενυάνθρωπος το πλατύωψ (Kenyanthropus platyops), ένας πιθανός πρόγονος του γένους Homo, αναδεικνύεται από το γένος Αυστραλοπίθηκος.
3 εκατ.
Οι δίποδες αυστραλοπιθηκίνες εξελίχτηκαν στις σαβάνες της Αφρικής και αποτελούσαν θήραμα του Δεινοφέλις (Dinofelis) (αφανισμένο είδος Αιλουροειδούς). Η πτώση του τριχώματος έγινε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 3-2 εκατομμύρια χρόνια πριν, παράλληλα με την περαιτέρω ανάπτυξη του διποδισμού.
Ο Homo erectus εξελίχτηκε στην Αφρική. Ο Homo erectus έμοιαζε πάρα πολύ με τον σύγχρονο άνθρωπο, αλλά ο εγκέφαλός του είχε περίπου το 74% του μεγέθους του εγκεφάλου των σύγχρονων ανθρώπων. Το μέτωπο του ήταν λιγότερο επικλινές και τα δόντια του ήταν μικρότερα. Άλλες ανθρωπίδες σαν τους Homo georgicus, Homo ergaster, Homo pekinensis, Homo heidelbergensis, Homo antecessor συχνά χαρακτηρίζονται ως υποείδη του Homo erectus[12]. Αρχίζοντας με τον Homo georgicus απολιθώματα ηλικίας 1,8 εκατομμυρίων χρόνων του οποίου εντοπίστηκαν στην Γεωργία, παρατηρείται πως η σπονδυλική του στήλη καθώς και η λεκάνη του έμοιαζαν πολύ με αυτές των σύγχρονων ανθρώπων, γεγονός που πρόσδιδε στον georgicus την ικανότητα να διανύει μεγάλες αποστάσεις ώστε να μπορεί να κυνηγά αγέλες ζώων. Το συγκεκριμένο απολίθωμα αποτελεί το αρχαιότερο απολίθωμα ανθρωπίδας που έχει βρεθεί (μέχρι τώρα) εκτός της Αφρικής. Ο έλεγχος της φωτιάς από τους πρώιμους ανθρώπους έγινε περίπου 1,5 εκατομμύρια χρόνια πριν από τον Homo ergaster. Ο Homo ergaster είχε ύψος περίπου 1,9 μέτρων. 1,2 εκατομμύρια χρόνια πριν εξελίχτηκε το μαύρο δέρμα, που πιθανότατα συνδέεται με την πτώση του τριχώματος των ανθρώπινων προγόνων. Ο Homo pekinensis εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ασία περίπου 700 χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά σύμφωνα με τη θεωρία της κοινής Αφρικανικής καταγωγής των σύγχρονων ανθρώπων, δεν μπορούσαν να είναι ανθρώπινοι πρόγονοι, αλλά υπήρξαν, πιθανότατα, ένα συγγενικό είδος, παρακλάδι του Homo ergaster. Ο Homo heidelbergensis ήταν μία αρκετά μεγάλη ανθρωπίδα που ανέπτυξε εξελιγμένα λίθινα εργαλεία, και πιθανόν κυνηγούσε μεγάλες ομάδες ζώων, όπως κοπάδια αλόγων.
516 χιλ.
Homo antecessor ονομάζεται οι κοινός γενετικός πρόγονος μεταξύ ανθρώπων και Νεάντερταλ.[13] Εκτιμάται πως οι άνθρωποι έχουν περίπου 20.000–25.000 γονίδια και είχαν όμοιο κατά 99% DNA με αυτό των Νεάντερταλ[14] και 95-99% DNA με τον πιο κοντινό σωζόμενο εξελικτικό συγγενή, τον χιμπαντζή.[15][16]. Η ανθρώπινη παραλλαγή του γονιδίου FOXP2 (που αφορά την δυνατότητα ομιλίας) είναι υπαρκτή και στους Νεάντερταλ[17]. Κατά συνέπεια μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο Homo antecessor πιθανότατα είχε και αυτός το γονίδιο FOXP2.
355 χιλ.
Τρεις Homo heidelbergensis με 1,5 μέτρο ύψος ο καθένας άφησαν πατημασιές σε ηφαιστειακή στάχτη που στερεοποιήθηκε (πετροσωματόγλυφα) σε βουνό της Ιταλίας. Μορφολογικά μοιάζει πολύ με τον Homo erectus με μοναδική διαφορά πως ο Homo heidelbergensis έχει αρκετά μεγαλύτερο εγκέφαλο, περίπου 93% του σύγχρονου ανθρώπινου εγκεφάλου. Ο ολότυπος του είδους ήταν ψηλός, 1,8 μέτρα και πιο μυώδης από τους σύγχρονους ανθρώπους. Αρχίζει η Μέση Παλαιολιθική.
Έζησε ένα υποείδος του Homo sapiens, ο Homo sapiens idaltu, στην Αιθιοπία, ο οποίος έχει σήμερα αφανιστεί. Παλαιοντολογικό υλικό αποδεικνύει πως έκανε νεκρικές τελετές, κυνηγούσε ιπποπόταμους, ψάρευε και έκανε χρήση κόκκινης ώχρας ως χρωματική ουσία[19].
150 χιλ.
Ο όρος Μιτοχονδριακή Εύα αναφέρεται στατιστικά στον πιο πρόσφατο μητρογραμμικό κοινό πρόγονο όλων των ανθρώπων. Πιθανότατα έζησε στην Ανατολική Αφρική. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη που να τη διαφοροποιεί σημαντικά από τα άτομα στο περιβάλλον της. Οι πρόγονοί της ήταν και αυτοί Homo sapiens, και η μητέρα της είχε το ίδιο μιτοχονδριακό DNA (mtDNA).
Εμφανίζονται οι μιτοχονδριακές απλοομάδες M και N, οι οποίες συμμετέχουν στην μετακίνηση του είδους έξω από την Αφρική. Οι Homo sapiens που έφυγαν από την Αφρική αρχίζουν να διασταυρώνονται με τους Νεάντερταλ.[21][22]
Αφανίζεται η ανεξάρτητη εξελικτική πορεία των Νεάντερταλ, αφήνοντας τον Homo sapiens το μόνο σωζόμενο είδος τους γένους Homo. Απλοομάδες Υ χρωμοσώματος (Y-Haplogroup): R2, μιτοχονδριακές απλοομάδες (mt-haplogroups): J, X.
“‘Experiments with sex have been very hard to conduct,’ Goddard said. ‘In an experiment, one needs to hold all else constant, apart from the aspect of interest. This means that no higher organisms can be used, since they have to have sex to reproduce and therefore provide no asexual control.’ Goddard and colleagues instead turned to a single-celled organism, yeast, to test the idea that sex allows populations to adapt to new conditions more rapidly than asexual populations.” Sex Speeds Up Evolution, Study Finds (URL accessed on January 9, 2005) “Proterospongia is a rare freshwater protist, a colonial member of the Choanoflagellata.” “Proterospongia itself is not the ancestor of sponges. However, it serves as a useful model for what the ancestor of sponges and other metazoans may have been like.” http://www.ucmp.berkeley.edu/protista/proterospongia.htmlΑρχειοθετήθηκε 2010-11-04 στο Wayback Machine. Berkeley University “Obviously vertebrates must have had ancestors living in the Cambrian, but they were assumed to be invertebrate forerunners of the true vertebrates — protochordates. Pikaia has been heavily promoted as the oldest fossil protochordate πριν.” Richard Dawkins2004The Ancestor’s Tale Page 289, ISBN 0-618-00583-8 These first vertebrates lacked jaws, like the living hagfish and lampreys. Jawed vertebrates appeared 100 million years later, in the Silurian. http://www.ucmp.berkeley.edu/vertebrates/vertintro.htmlΑρχειοθετήθηκε 2011-04-12 στο Wayback Machine. Berkeley University “Bones of first gill arch became upper and lower jaws.” (Image) (URL accessed on November 16, 2006) “the ancestor that amphibians share with reptiles and ourselves? ” ” These possibly transitional fossils have been much studied, among them Acanthostega, which seems to have been wholly aquatic, and Ichthyostega” Richard Dawkins2004The Ancestor’s Tale page 250, ISBN 0-618-00583-8 “Tlvinaxodon, like any fossil, should be thought of as a cousin of our ancestor, not the ancestor itself. It was a member of a group of mammal-like reptiles called the cynodonts. The cynodonts were so mammal-like, it is tempting to call them mammals. But who cares what we call them? They are almost perfect intermediates.” Richard Dawkins2004The Ancestor’s Tale page 211, ISBN 0-618-00583-8 “Fossils that might help us reconstruct what Concestor 8 was like include the large group called plesiadapi-forms. They lived about the right time, and they have many of the qualities you would expect of the grand ancestor of all the primates” Richard Dawkins2004The Ancestor’s Tale page 136, ISBN 0-618-00583-8 Raauma, Ryan, Sternera, K., (2005) “Catarrhine primate divergence dates estimated from complete mitochondrial genomes”, Journal of Human Evolution 48: 237-257 [1] Perlman, David. «Fossils From Ethiopia May Be Earliest Human Ancestor». National Geographic News. Another co-author is Tim D. White, a paleoanthropologist at UC-Berkeley who in 1994 discovered a pre-human fossil, named Ardipithecus ramidus, that was then the oldest known, at 4.4 million years. Unknown parameter |accessΧρόνια πριν= ignored (βοήθεια); Unknown parameter |Χρόνια πριν= ignored (βοήθεια) White, Tim D.; Asfaw, Berhane; Beyene, Yonas; Haile-Selassie, Yohannes; Lovejoy, C. Owen; Suwa, Gen; WoldeGabriel, Giday (2009). «Ardipithecus ramidus and the Paleobiology of Early Hominids.». Science326 (5949): 75–86. doi:10.1126/science.1175802. NOVA: Becoming Human Part 2 http://video.pbs.org/video/1319997127/ Green, R. E., Krause, J, Ptak, S. E., Briggs, A. W., Ronan, M. T., Simons, J. F., et al. (2006) Analysis of one million base pairs of Neanderthal DNA. Nature, 16, 330–336. http://www.nature.com/nature/journal/v444/n7117/abs/nature05336.html “Rubin also said analysis so far suggests human and Neanderthal DNA are some 99.5 percent to nearly 99.9 percent identical.” Neanderthal bone gives DNA clues (URL accessed on November 16, 2006) “The conclusion is the old saw that we share 98.5% of our DNA sequence with chimpanzee is probably in error. For this sample, a better estimate would be that 95% of the base pairs are exactly shared between chimpanzee and human DNA.” Britten, R.J. (2002). «Divergence between samples of chimpanzee and human DNA sequences is 5%, counting indels». PNAS99 (21): 13633. doi:10.1073/pnas.172510699. PMID12368483. “…of the three billion letters that make up the human genome, only 15 million–less than 1 percent–have changed in the six million χρόνια or so since the human and chimp lineages diverged.” Pollard, K.S. (2009), «What makes us human?», Scientific American300-5: 44–49. Krause J, Lalueza-Fox C, Orlando L, Enard W, Green RE, Burbano HA, Hublin JJ, Hanni C, Fortea J, de la Rasilla M, Bertranpetit J, Rosas A, Paabo S (November 2007). «The derived FOXP2 variant of modern humans was shared with Neandertals». Curr. Biol.17 (21): 1908–12. doi:10.1016/j.cub.2007.10.008. PMID17949978. Lay summary – New York Times (2007-10-19). http://www.nature.com/news/oldest-homo-sapiens-fossil-claim-rewrites-our-species-history-1.22114«Schwarz, J». Uwnews.org. Unknown parameter |Χρόνια πριν= ignored (βοήθεια); Unknown parameter |accessΧρόνια πριν= ignored (βοήθεια) Diamond, Jared (1992). The Third Chimpanzee. Harper Perennial. σελίδες 47–57. ISBN978-0-060-98403-8. Richard E. Green et al (2010). «A Draft Sequence of the Neandertal Genome». Science328 (5979): 710–722. doi:10.1126/science.1188021. PMID20448178. Rincon, Paul. «Neanderthal genes ‘survive in us’». BBC News (BBC).
Bowler JM, Johnston H, Olley JM, Prescott JR, Roberts RG, Shawcross W, Spooner NA. (2003). «New ages for human occupation and climatic change at Lake Mungo, Australia.». Nature421 (6925): 837–40. doi:10.1038/nature01383. PMID1259451.