του Στράτου Τσαγκαρή
- ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗ
Τα ερωτήματα που θέτει ο Αριστοτέλης είναι τα εξής : πώς θα έπρεπε να ζω ; Τι άνθρωπος θα έπρεπε να είμαι ; Ποιες είναι οι εντολές του ηθικού νόμου και ποια βασική αρχή θα με βοηθήσει να επιλέξω συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς ;
Κατά τον Αριστοτέλη (384- 322 π.Χ.) είναι ανάγκη να διαμορφώσουμε τον χαρακτήρα εκείνο, ώστε να αποκτήσουμε την ικανότητα να ανταποκρινόμαστε σε ηθικά δύσκολες περιστάσεις με τον σωστό και ενδεδειγμένο τρόπο. Θα πρέπει δηλαδή να έχουμε την ικανότητα (φρόνηση) να διακρίνουμε το δίκαιο ή το άδικο, το σωστό από το λανθασμένο, το καλό από το κακό, το ωφέλιμο και το χρήσιμο από το βλαβερό και το επιζήμιο.
Οι ηθικές αρετές που θα αποκτήσουμε μέσω της έξης (του εθισμού στην τέλεση αγαθών, καλών, πράξεων) είναι οι εξαιρετικές ιδιότητες του χαρακτήρα και ο οδηγός για την σωστή / ορθή συμπεριφορά.
Η φρόνηση είναι η διανοητική αρετή, η οποία μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε το καλό για τον εαυτό μας και τους συνανθρώπους μας και είναι αυτή που σταθμίζει το πώς θα πράξουμε ελέγχοντας τα συναισθήματά μας.
Η ορθή συμπεριφορά συνδέεται με τη μεσότητα, δηλαδή τον μέσο όρο ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη. Αν για παράδειγμα έλλειψη θεωρείται η δειλία και υπερβολή το υπέρμετρο θάρρος, το θράσος, τότε η γενναιότητα είναι η μεσότητα. Και ο γενναιόδωρος δεν είναι, ούτε τσιγκούνης, ούτε σπάταλος : έχει επιλέξει τη μεσότητα Γιατί η τσιγκουνιά είναι έλλειψη και η σπατάλη είναι υπερβολή, ενώ η γενναιοδωρία είναι μεσότητα.
Η ευδαιμονία (ευτυχία) είναι η βασική επιδίωξη της ζωής του ανθρώπου και αυτή επιτυγχάνεται μόνο αν είναι ενάρετος. Επιτυγχάνεται, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, με την πλήρη άνθηση της προσωπικότητας, την ολόπλευρη ενεργοποίηση των κυριότερων ανθρώπινων δυνατοτήτων.
Ο ενάρετος άνθρωπος επιλέγει συνειδητά και από προαίρεση, κατόπιν λογικής επεξεργασίας τη μεσότητα, η οποία υπαγορεύεται από τα ήθη και τα έθιμά της κοινωνίας από τις παραδόσεις και τους νόμους της, γραπτούς και άγραφους. Συνεπώς, η καθορισμένη από την κοινωνία στην οποία ζούμε μεσότητα, μας υπαγορεύει να χαιρόμαστε ή να λυπόμαστε, όταν πρέπει, σε σχέση με τα πράγματα που πρέπει, σε σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει, για τους λόγους που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει. Για αυτόν τον λόγο, ο ρόλος της παιδείας από πολύ μικρή ηλικία είναι καθοριστικός στη διαμόρφωση του ενάρετου ανθρώπου, ο οποίος ακολουθεί συνειδητά τη μεσότητα.
2. ΚΑΝΤΙΑΝΗ
Σύμφωνα με τον Immanuel Kant (1724-1804) το συναίσθημα και η εμπειρία δεν μπορούν να μας υπαγορεύσουν την ηθική συμπεριφορά, γιατί πηγάζουν από υποκειμενικά κριτήρια και δεδομένα.
Η πηγή του Ηθικού Νόμου είναι η λογική (ο Λόγος), που αποτελεί το κοινό χαρακτηριστικό όλων των ανθρώπων (των έλλογων όντων) και τους κάνει να ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα ζώα. Ο Λόγος και μόνον αυτός υπαγορεύει την ορθότητα των πράξεών μας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις συνπέπειές τους. Ο Λόγος νομοθετεί, είναι ο Νομοθέτης του Ηθικού Νόμου, τον οποίο ο άνθρωπος οφείλει να ακολουθεί πάντα και χωρίς εξαιρέσεις, ανεξαρτήτως των συνεπειών του.
Ο Ηθικός Νόμος που πηγάζει από τον Λόγο συμπυκνώνεται στην Κατηγορική Προσταγή : “πράττε έτσι, ώστε ο γνώμονας της θέλησής σου να θέλεις να μπορεί να έχει πάντα την ισχύ του καθολικού νόμου (να ισχύει για όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους)” ή αλλιώς και πιο απλά : “κάνε ό,τι θέλεις, αρκεί να θέλεις να μπορούν και οι άλλοι να μπορούν να κάνουν ακριβώς το ίδιο”.
Βασική προϋπόθεση για την ισχύ του Ηθικού Νόμου της Κατηγορικής Προσταγής είναι να αντιμετωπίζει ο καθένας τον εαυτό του και ολόκληρη την ανθρωπότητα πάντα ως σκοπό και ποτέ μόνο ως μέσο : κάθε πράξη του να υποβάλλεται στον έλεγχο της κατηγορικής προσταγής και να αντιμετωπίζει τον ίδιο και τους άλλους ως ανθρώπους που στοχεύουν στην επιβίωση, την εξέλιξη, την πρόοδο, την επίτευξη των στόχων του, την ευτυχία.
Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον Kant, έχει δύο βασικές ιδιότητες : τη φυσική (υπακούει στους φυσικούς νόμους, όπως ακριβώς και όλα τα όντα του σύμπαντος) και την ηθική (είναι απολύτως ελεύθερος να επιλέξει τις πράξεις του και να τις υποβάλλει στον έλεγχο της Κατηγορικής Προσταγής πριν τις τελέσει). Ο άνθρωπος ως ελεύθερο έλλογο ον διαθέτει αυτονομία : είναι ο νομοθέτης των ηθικών νόμων που υπηρετεί ο ίδιος και δεν χρειάζεται κανέναν γραπτό ή άγραφο νόμο, καμιά υπερφυσική δύναμη, κανένα ιδεολογικό σύστημα να του υπαγορεύσει την ορθή συμπεριφορά, δεν έχει ανάγκη την ετερονομία.
3. ΩΦΕΛΙΜΙΣΤΙΚΗ
Ηθικά ορθή πράξη για τους ωφελιμιστές φαίνεται να είναι αυτή της οποίας τα αποτελέσματα είναι καλύτερα ή έστω εξίσου καλά με εκείνα άλλων εναλλακτικών πράξεων για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Μία πράξη θεωρείται ηθικά ορθή εάν η εφαρμογή της οδηγεί σε συγκριτικά καλύτερα αποτελέσματα από οποιαδήποτε άλλη και εσφαλμένη αν η εφαρμογή της οδηγεί σε χειρότερες συνέπειες.
Οι ωφελιμιστές φιλόσοφοι μας καλούν να προσέξουμε τις συνέπειες των πράξεών μας και επομένως και τους κανόνες που τις διέπουν. Αναζητούν την ποσότητα της ωφέλειας που προκύπτει από τη συμπεριφορά μας (Jeremy Bentham, 1748-1832).
Σύμφωνα με τον ωφελιμιστή φιλόσοφο, John Stuart Mill (1806-1873), σκοπός των πράξεών μας πρέπει να είναι η μεγαλύτερη κατά το δυνατόν ωφέλεια για τον μεγαλύτερο κατά το δυνατόν αριθμό ατόμων.
Ο ίδιος ορίζει την αριστεία που αποκτάται με τη σωστή παιδεία ως αρετή (γενναιότητα, καλοσύνη, καλό γούστο, περιφρόνηση του ευτελούς, μόρφωση, υγεία, διάκριση σε έναν ή περισσότερους τομείς). Η αριστεία οδηγεί τον άνθρωπο σε μια τελείωση του εαυτού του προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και όχι αποκλειστικά του εαυτού του.
Συνεπώς, ο ωφελιμισμός δεν είναι απλώς η ηδονή που προέρχεται από την ικανοποίηση που προσφέρουν τα αποτελέσματα των ηθικών πράξεων, ούτε η επιδίωξη της ατομικής ευτυχίας, αλλά η παράλληλη επιδίωξη της συλλογικής (κοινωνικής) ευτυχίας.