Ήταν ωραία και δροσερή η χθεσινή βραδιά κάτω από το πλατάνι, στην πλατεία με τα γιασεμιά. Από πάνω το φεγγάρι μισό και σιωπηλό. Οι εκλεκτοί μεζέδες και το κρασί πηγαινοέρχονταν με το σωστό ρυθμό.
Τίποτα δεν φαινόταν ότι θα διαταράξει την ισορροπία των αισθήσεων, όταν στο διπλανό τραπέζι μια μεσήλικος κυρία σήκωσε περίπου με αγανάκτηση την ένταση της φωνής της : “…ναι, αλλά και οι άλλοι τα ίδια θα έκαναν. Τουλάχιστον αυτός είναι ο καλύτερος από τους χειρότερους !”
Μέσα σε δύο κουβέντες γιγαντώθηκαν μπροστά μου οι δυο πιο αποκρουστικές απόψεις της όψιμης Μεταπολίτευσης : από τη μια μεριά η βεβαιότητα πως τίποτα δεν αλλάζει, πως όλοι είναι ίδιοι, πως όλοι ανεξαιρέτως λειτουργούν και δρουν με πανομοιότυπο τρόπο, και από την άλλη μεριά ο θλιβερός συμβιβασμός με τη μετριότητα, τη χυδαιότητα και την ανικανότητα.
Το φεγγάρι συνέχιζε να προσπαθεί να μου αποσπάσει την προσοχή, αλλά η απογοήτευση ήταν διάχυτη. Το μόνο παρήγορο ήταν η συστολή της κυρίας, ένα αίσθημα ντροπής που ένιωσε, όταν την κοίταξαν μάλλον με απορία αρκετοί συνδαιτημόνες από τα γύρω τραπέζια.
Δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα αλλάξει ποτέ αυτή η νοοτροπία. Είμαι όμως σίγουρος ότι, αν δεν αλλάξει, δεν υπάρχει σωτηρία…